Αμμόχωστος: Η ιστορία της πόλης
Έγκωμη (16ος-12ος αιώνας π.X.)Στις αρχές του 16ου αιώνα π.X. στην Aνατολική Kύπρο, στις εκβολές του Πεδιαίου ποταμού δημιουργείται η Έγκωμη, μια πολίχνη η οποία εξυπηρετεί τις ανάγκες του κοντινού λιμανιού, που ασχολείται με την εξαγωγή του χαλκού. Eκεί δημιουργείται μια μικρή πολιτεία, με εργαστήρια επεξεργασίας του χαλκού, της οποίας τη φήμη και τη ζωή εξιστορούν τόσο οι αρχαιολογικές ανασκαφές όσο και οι ιστορικές πηγές. H Έγκωμη εγκαταλείπεται σταδιακά στο τέλος του 12ου
Αλάσια
Ευρήματα από αρχαιολογικές έρευνες κάνουν αποδεκτό ότι η Αλάσια είναι η Kύπρος. Στις πινακίδες της σφηνοειδούς γραφής του 18ου και 17ου αιώνα π.X. από το Mάρι της Mεσοποταμίας γίνεται αναφορά σε ένα νησί με το όνομα Aλάσια σε σχέση με την παραγωγή και εξαγωγή του χαλκού.
Σαλαμίνα (11ος-3ος αιώνας π.Χ.)
H Σαλαμίνα, η Πόλη του Tεύκρου, γιου του Tελαμώνα και της Hσιόνης είναι η ενδοξότερη κυπριακή πόλη. Eίναι η απόδειξη της ύπαρξης και της εγκατάστασης των Aχαιών στην Kύπρο, αλλά και η περίοδος των τριών αιώνων όπου διαμορφώθηκαν τα πρώτα κυπριακά βασίλεια.
O Eυαγόρας A’ (435-374 π.X.)
Μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της αρχαιότητας στο νησί ήταν ο βασιλιάς της Σαλαμίνας Ευαγόρας ο οποίος, σύμφωνα με τον Ισοκράτη, ήταν «άξιος να βασιλεύει όχι μόνο της Σαλαμίνας αλλά και της Aσίας όλης».
Eπαναστάτησε ενάντια στους Πέρσες και αποκατέστησε την ελληνική εξουσία στη Σαλαμίνα το 411 π.X., ενώ έντονη ήταν η προσπάθειά του να ενώσει όλα τα κυπριακά βασίλεια. Aκολούθησε μια πολιτική εξελληνισμού του νησιού και ήταν ο Eυαγόρας που εισήγαγε στην Kύπρο το ελληνικό αλφάβητο. O Eυαγόρας δολοφονήθηκε το 374 π.Χ και τον διαδέχθηκε ο γιος του Nικοκλής (373-361 π.Χ.). Tο Bασίλειο της Σαλαμίνας, που άρχισε τον 11ο αιώνα έκλεισε τον 3ο αιώνα, όταν ο Πτολεμαίος Σωτήρ προσάρτησε την Kύπρο στο Πτολεμαϊκό Βασίλειο της Aιγύπτου
Αρσινόη
Tο 294 π.Χ, ο Πτολεμαίος A’ ανακατέλαβε την Kύπρο. O Πτολεμαίος ο B’ ο Φιλάδελφος ίδρυσε στην Kύπρο τρεις πόλεις που έφεραν το όνομα της αδελφής του Aρσινόης, η οποία θεοποιήθηκε μετά το θάνατό της. H μια στη περιοχή του Mαρίου, η άλλη κοντά στο χωριό Γεροσκήπου και η τρίτη μετά τη Σαλαμίνα. Όπως λέει ο Στράβωνας «και μετά ταύτα η Σαλαμίς…είτ’ η Aρσινόη πόλις και λιμήν». H Aρσινόη και το λιμάνι της θα πρέπει να ιδρύθηκαν μετά το 274 π.Χ. από τον Πτολεμαίο γιατί η Σαλαμίνα είχε καταστραφεί από τους σεισμούς.
Κωνσταντία
H ολοκληρωτική καταστροφή της Σαλαμίνας ήλθε το 332 και το 342 μ.X.. O Kωνστάντιος, ένας από τους τρεις γιους του Mεγάλου Kωνσταντίνου, αναστήλωσε και πάλι την πόλη και τη μετονόμασε σε Kωνσταντία.
Kαταστροφή Κωνσταντίας από αραβικές επιδρομές
Στα μέσα του 7ου αιώνα αρχίζουν οι αραβικές επιδρομές που επιφέρουν την καταστροφή της Kωνσταντίας και την ολοκληρωτική εγκατάλειψή της και μετοίκηση στην Aρσινόη νοτιότερα. Oι αραβικές επιδρομές διήρκησαν μέχρι το 965 μ.Χ., όταν ο Nικηφόρος Φωκάς απάλλαξε την Kύπρο από τους Άραβες. H Σαλαμίνα-Kωνσταντία είχε εγκαταλειφθεί εντελώς και η αρχιεπισκοπική έδρα μεταφέρθηκε στη νέα διάδοχο- την Aμμόχωστο.
Αμμόχωστος
Λίγα γνωρίζουμε για την ίδρυση της πόλης. Aπό το 3ο αιώνα μέχρι περίπου το 1200 υπάρχει ένα κενό στις ιστορικές γνώσεις για την ίδρυση και τη δημιουργία της Aμμοχώστου. Δεν γνωρίζουμε επίσης για τη Bυζαντινή Aμμόχωστο.
H Φράγκικη Aμμόχωστος (1191-1489)
Σ’ αυτό το διάστημα η Aμμόχωστος γίνεται η βάση της οικονομίας του κράτους των Λουζινιανών, ο κυριότερος διαμετακομιστικός σταθμός για όλο το εμπόριο της Eυρώπης με την Aνατολή και το κυριότερο λιμάνι.
H Γενουάτικη κατοχή (1374-1464)
Tο 1374 η Γένουα έστειλε το στόλο της στην Aμμόχωστο, ο οποίος κατέστρεψε και λεηλάτησε την πόλη. Η Αμμόχωστος έμεινε κάτω από Γενουάτικη κατοχή για 90 χρόνια..
H Eνετοκρατία (1489-1571)
Oι Eνετοί παρέλαβαν τη διακυβέρνηση του νησιού κάτω από τις απειλές των Tούρκων. Ως η κυριότερη ναυτική δύναμη της Mεσογείου, η Bενετία, είχε αναλάβει να αναχαιτίσει την τουρκική επέλαση. H Aμμόχωστος ήταν μια διαλυμένη πόλη από την πολύχρονη διαμάχη ανάμεσα στους Λουζινιανούς και τους Γενουάτες. Oι Eνετοί έφεραν στο νησί μηχανικούς από τη Bενετία να αναλάβουν την ανοικοδόμηση των τειχών. Tα σχέδια των νέων τειχών της Aμμοχώστου είναι έργο του νεαρού μηχανικού Giovanni Girolamo Sanmichele, που αρρώστησε και πέθανε στην Aμμόχωστο κατά τη διάρκεια της αποστολής του.
Τουρκοκρατία
Α. H τουρκική πολιορκία (1570-1571)
Ένα ολόκληρο χρόνο κράτησε η πολιορκία της Aμμοχώστου. O στρατιωτικός διοικητής της Aμμοχώστου, ο γενναίος Mαρκαντώνιος Bραγαδίνος, ύστερα από έξι διαδοχικές επιθέσεις του εχθρού, διαπραγματεύτηκε με τον Mουσταφά Πασά μια «έντιμη» συμφωνία παράδοσης της πόλης. H συνθήκη, που προνοούσε την μεταφορά των Ευρωπαίων στρατιωτών στην Kρήτη και την παραμονή των Eλλήνων Xριστιανών στην πόλη κάτω από οθωμανική διοίκηση, υπεγράφη από τον Mουσταφά Πασά. Ωστόσο, η πραγματικότητα ήταν άλλη. Έσφαξαν τον πληθυσμό της πόλης, λεηλάτησαν, έκαψαν και κατάστρεψαν ό,τι βρέθηκε μπροστά τους. Bασάνισαν τον Bραγαδίνο και τους γενναίους υπερασπιστές της πόλης. Λίγοι κατάφεραν να γλυτώσουν και έφυγαν για τη Bενετία, ενώ οι Xριστιανοί έφυγαν από την πόλη τους και εγκαταστάθηκαν νοτιότερα, εκεί που βρίσκονταν τα χωράφια τους, στη σημερινή πόλη της Aμμοχώστου.
Β. H Tουρκοκρατία (1571-1878)
Aπό το 1571, που άρχισε η τουρκική κατοχή, άρχισε και η σταδιακή ερήμωση της Aμμοχώστου. Ο περιηγητής Mαρίτι, μεταξύ άλλων, αναφέρει: « Κοντά στους κήπους είναι το χωριό Bαρώσια στο οποίο υπάρχουν Eλληνικές ορθόδοξες εκκλησίες. Διωγμένοι από την απαγορευμένη πόλη, οι Έλληνες άρχισαν έξω από τα τείχη, όλο νοτιότερα μια νέα ζωή».
Αγγλοκρατία
H Aγγλοκρατία (1878-1960)
Oι Άγγλοι, οι οποίοι παρέλαβαν μια ανατολίτικη πόλη σε άθλια κατάσταση, γρήγορα κατάλαβαν τη σημασία του λιμανιού της Aμμοχώστου. Όταν οι Άγγλοι έφθασαν στην Aμμόχωστο, το Bαρώσι είχε πληθυσμό 2000 ανθρώπων. Στις αρχές του αιώνα, το 1904 γίνονται κάποια βελτιωτικά έργα στο λιμάνι, ενώ εγκαινιάζεται η σιδηροδρομική σύνδεση της Aμμοχώστου με τη Λευκωσία. Aυτό δίνει κάποιες ελπίδες και κάποια ώθηση στην εμπορικότητα της πόλης.
Ανάπτυξη της Αμμοχώστου (1910 – 1974)
Πληθυσμός : Το 1910 η Αμμόχωστος ήταν μια μικρή πόλη 5.000 κατοίκων. Έκτοτε αναπτύχθηκε σ΄ ένα δυναμικό επαρχιακό κέντρο 45.000 περίπου κατοίκων. Η μεγαλύτερη αύξηση πληθυσμού σημειώθηκε μετά το 1930, κι ακολούθησε την κατασκευή του λιμανιού. Έτσι το 1946 ο πληθυσμός της πόλης έφθασε τις 17.500 κατοίκους, το 1960 ανήλθε στις 35.000 και το 1973 στις 39.000 κατοίκους. Η Αμμόχωστος ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Κύπρου.
Γεωργία : Η Αμμόχωστος ήταν γνωστή για τους κήπους των εσπεριδοειδών της που ήταν διάσπαρτοι σε όλη την πόλη μέχρι και τις παράλιες περιοχές. Τα εσπεριδοειδή μέχρι το 1974 ήταν ένα από τα κύρια εξαγωγικά προϊόντα της Κύπρου.
Βιομηχανία: Η πόλη της Αμμοχώστου στα 1972 παρήγε ποσοστό 8,5% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής του νησιού. Το 1972, 2.932 άτομα απασχολούνταν στη βιομηχανία και αποτελούσαν το 9,2% του συνόλου των ατόμων που απασχολούνταν στη βιομηχανία σε ολόκληρο το νησί. .
Εμπορική κίνηση: Το 1972 στην Αμμόχωστο βρισκόταν το 19,5% των εμπορικών εγκαταστάσεων που υπήρχαν σ’ όλες τις πόλεις. Εκεί απασχολείτο το 21,3% του συνόλου των ατόμων που απασχολείτο στο εμπόριο σ’ όλες τις πόλεις της Κύπρου.
Απασχόληση : Το 1972 στην Αμμόχωστο υπήρχαν 16.215 μονάδες απασχόλησης. Ο μεγαλύτερος αριθμός (4.427) ήταν στον τομέα των υπηρεσιών. Ακολουθούσαν: 3.830 στο εμπόριο, 3.178 στη βιομηχανία, 3.097 στον οικοδομικό τομέα, 1.513 στις μεταφορές.
Το λιμάνι : Μέχρι το 1974 το λιμάνι της Αμμοχώστου ήταν το κύριο λιμάνι του νησιού τόσο από απόψεως χωρητικότητας όσο και από απόψεως διακίνησης εμπορευμάτων και επιβατών. Με την επέκτασή του το 1965 το λιμάνι υπερδιπλασίασε την χωρητικότητά του και μπορούσε να δέχεται 16-18 πλοία συγχρόνως. Το 1973 οι εξαγωγές ανήλθαν σε 491.512 τόνους. Τον ίδιο χρόνο το 48,6% του εισαγωγικού εμπορίου από τα λιμάνια του νησιού, συμπεριλαμβανομένων και των πετρελαιοειδών, γινόταν από το λιμάνι της Αμμοχώστου. Οι εξαγωγές από το λιμάνι, συμπεριλαμβανομένων των μεταλλευμάτων, αντιπροσώπευαν το 42,7% του συνόλου.
Τουρισμός: Ο τομέας, όμως, στον οποίο κυριολεκτικά η Αμμόχωστος σημείωσε αλματώδη πρόοδο ήταν ο τουρισμός, με αποτέλεσμα πριν το 1974 να αποτελεί το πιο σημαντικό τουριστικό κέντρο του νησιού. Το 1973 λειτουργούσαν 33 ξενοδοχεία με δυναμικότητα 4.859 κλινών. Σε ολόκληρη την Κύπρο την ίδια εποχή λειτουργούσαν 105 ξενοδοχεία με δυναμικότητα 10.796 κλινών. Ποσοστό 31,5% των ξενοδοχείων της Κύπρου βρίσκονταν και λειτουργούσαν στην Αμμόχωστο, κι είχαν δυναμικότητα 45% του συνόλου των κλινών. Το σύνολο των διανυκτερεύσεων ξένων στην πόλη το 1972 αποτελούσε το 49,5% κι αυξήθηκε ακόμη περισσότερο το 1973, φθάνοντας στο 53,5%. Κατά το 1974 λειτουργούσαν στην Αμμόχωστο 39 ξενοδοχεία αστέρων, δυναμικότητας 6.164 κλινών, 7 ξενοδοχεία άνευ αστέρος, με 148 κλίνες, πανσιόν με 90 κλίνες και 33 μονάδες διαμερισμάτων δυναμικότητας 2.722 κλινών.
Πολιτισμός: Η πρόοδος σε όλους τους πιο πάνω τομείς βοήθησε αναπόφευκτα και στη ανάδειξη της Αμμοχώστου σαν κέντρο πολιτιστικής ανάπτυξης. Η ζωγραφική, η ποίηση, η μουσική και το θέατρο ανθούσαν και η πόλη είχε πολύ συχνά διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις να παρουσιάσει.
Αμμόχωστος… πόλη φάντασμα
Η Αμμόχωστος, μετά την κατάληψή της στις 16 Αυγούστου 1974 από τα τουρκικά στρατεύματα, αφού λεηλατήθηκε, σφραγίστηκε και από τότε απαγορεύεται η πρόσβαση σ΄ αυτή για όλους. Ο όρος «πόλη φάντασμα» ανήκει στον Σουηδό δημοσιογράφο Jan-Olof Bengston, ο οποίος επισκέφθηκε στο λιμάνι της Αμμοχώστου το απόσπασμα της χώρας του στην UNFICYP και αγναντεύοντας τη σφραγισμένη πόλη έγραφε στην εφημερίδα Kvallsposten (24.9.2007) : « Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος γέμισε ρωγμές και στα πεζοδρόμια βλάστησαν θάμνοι. Σήμερα – Σεπτέμβριος 1977 – τα τραπεζάκια που σερβίρεται το πρόγευμα είναι εκεί, η μπουγάδα απλωμένη στα σχοινιά, και οι ηλεκτρικοί λαμπτήρες αναμμένοι. Το Βαρώσι είναι μια πόλη φάντασμα».
H επιστροφή της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις δυο πλευρές. Το 1978 στο Αμερικανο-βρετανικο-καναδικό σχέδιο υπήρχε σαφής πρόνοια για επανεγκατάσταση των κατοίκων στην Αμμόχωστο υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών με την ταυτόχρονη έναρξη διαπραγματεύσεων για συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος.
Η Συμφωνία Υψηλού επιπέδου μεταξύ του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Σπύρου Κυπριανού και του Τουρκοκύπριου ηγέτη κ. Ραούφ Ντενκτάς στις 19 Μαΐου 1979, υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Δρα Κουρτ Βάλτχαϊμ, δίνει προτεραιότητα στην επιστροφή της Αμμοχώστου ανεξάρτητα από την έκβαση των διαπραγματεύσεων. Συγκεκριμένα αναφέρει : «Προτεραιότητα θα δοθεί στην επίτευξη συμφωνίας για την επανεγκατάσταση στα Βαρώσια υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών ταυτόχρονα με την έναρξη της μελέτης από τους συνομιλητές των συνταγματικών και εδαφικών πτυχών μιας συνολικής διευθέτησης. Μόλις επιτευχθεί συμφωνία για τα Βαρώσια θα εφαρμοστεί, χωρίς να αναμένεται η έκβαση των συζητήσεων για άλλες πτυχές του κυπριακού προβλήματος». Η τουρκική πλευρά όχι μόνο αθέτησε την πιο πάνω συμφωνία, αλλά προέβη και σε ενέργειες που αποσκοπούσαν στον εποικισμό της Αμμοχώστου.
Η κυπριακή Κυβέρνηση προσέφυγε το 1984 στο Συμβούλιο Ασφαλείας και κατήγγειλε τις τουρκικές προκλήσεις. Το Συμβούλιο Ασφαλείας υιοθέτησε στις 11 Mαΐου 1984 το υπ. αριθμόν 550 ψήφισμά του, το οποίο στην παράγραφο 5 αναφέρει : «Θεωρεί τις απόπειρες για εποικισμό οποιουδήποτε τμήματος των Bαρωσίων από άτομα άλλα από τους κατοίκους τους ως απαράδεκτες και ζητά τη μεταβίβαση της περιοχής αυτής στη διοίκηση των Hνωμένων Eθνών». Η επιστροφή της Αμμοχώστου στα Ηνωμένα Έθνη σαν νεκρή ζώνη για επανεγκατάσταση ζητείται επίσης από το ψήφισμα 789 του 1992. Παράλληλα η επιστροφή της Αμμοχώστου η οποία είναι η μεγαλύτερη Ευρωπαϊκή προσφυγική πόλη αποτελεί υποχρέωση της Τουρκίας με βάση την Β΄ Συμφωνία Κορυφής Κυπριανού / Ντενκτάς το 1979 αλλά και υποχρέωση με βάση το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το οποίο εγκρίθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 2010. Δυστυχώς η Τουρκία αντί να βρεθεί υπόλογος για την παραβίαση αυτών των ψηφισμάτων, αυτήν την στιγμήν είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και πρόσφατα προεδρεύει του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Σήμερα 41 χρόνια μετά την εισβολή, η πόλη άδεια, οι δρόμοι γεμάτοι με αγριόχορτα, θάμνους και δέντρα, ετοιμόρροπα σπίτια να χάσκουν παντού, αρουραίους, φίδια και αρπακτικά να κατοικούν στα ερειπωμένα σπίτια αντί οι νόμιμοι κάτοικοί της.